Σάββατο 25 Ιουλίου 2020

Η ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΣΤΟ ΦΛΑΜΠΑΝΟΧΩΡΙ

Η ΑΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ  
                         ΣΤΟ ΦΛΑΜΠΑΝΟΧΩΡΙ
 (Χωριό μεταξύ Πετροκεφαλίου και Κουσέ)
του Γιώργου Δαμιανάκη

ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΦΑΝΙΣΜΟΣ
ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑΣΙΕΣ
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο Πετροκεφάλι . Όταν ήμουν παιδί, πριν από 60 χρόνια, ανεβαίναμε πολλές φορές με άλλα παιδιά στους λόφους νοτιοανατολικά του χωριού, συνήθως για να βόσκουμε τα οικόσιτα αιγοπρόβατά που είχε η οικογένεια κάθε παιδιού.
To τοπίο τότε δεν ήταν όπως είναι σήμερα. Ήταν πανέμορφο με τους θάμνους τα φρύγανα και άλλα φυτά  να καλύπτουν και να στολίζουν τους λόφους.                                                                                                                           Τα χρώματα και τα αρώματα από τα αγριόχορτα, οι κελαϊδισμοί από τα κοτσύφια, τις πέρδικες και άλλα πουλιά, όπως και τα πετάγματα των λαγών από τους θάμνους όταν περνούσες δίπλα τους, έδεναν με το μαγευτικό τοπίο και σε έκαναν να νιώθεις πως βρίσκεσαι σε ένα παράδεισο.                                                                                                                     Νερό εκεί δεν υπήρχε πολύ και πέρα από μερικές σκόρπιες χοντρολιές, αχλαδιές και κάποιες συκιές μέσα στα ρυάκια, σπάνιζαν άλλα δένδρα. Οι λόφοι που είχαν, συνήθως φτενό κουσκουρόχωμα, καλλιεργούνταν και σπέρνονταν το φθινόπωρο με σιτηρά και κάποια όσπρια όπως ρεβύθια, κουκιά, κτηνοτροφικό αρακά, λαθούρι, φακή κ.ά.  Η απόδοση σε σοδειά δεν ήταν πολύ μεγάλη.
                                                                                                                                    Όσοι λόφοι είχαν βράχια, ήταν γεμάτοι αγριελιές, φασκομηλιές, αστιβίδες θυμάρια, άλλα φρύγανα και ποώδη αγριόχορτα.
Βγαίνοντας από το χωριό ακολουθώντας ένα καρόδρομο, μετά το σταυροδρόμι της Κοιλιστριάς περνούσες την τοποθεσία «τα Μνήματα». Λίγο πιο πάνω κατηφόριζες και περνούσες την κοίτη ενός βαθιού ρυακιού. Το ρυάκι  ερχόταν από τους Λεπιδολάκους και τις Βαθιάδες, που συνήθως είχε νερό μέχρι και το Μάη. Μετά ανηφόριζες και έφτανες στο εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής, ανατολικά από τον επιβλητικό λόφο της Μεταμόρφωσης(Χριστός).
Γύρω από το εκκλησάκι υπήρχαν χαλίκια από ερείπια σπιτιών και εμείς τα παιδιά φοβούμασταν να μείνουμε μόνοι μας εκεί, γιατί έβγαιναν, λέει, τη νύχτα τα Τελώνια, δηλαδή δαιμονικά φαντάσματα ! Εκεί έθαβαν τα μωρά που πέθαιναν πριν βαπτιστούν.

Τετάρτη 1 Ιουλίου 2020

ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ - ΚΑΤΟΧΗ (Παραλειπόμενα)


Το  παρακάτω κείμενο του Γιώργου Δαμιανάκη δημοσιεύθηκε πριν λίγες μέρες στην μεσαρίτικη εφημερίδα ΑΝΤΙΛΑΛΟΣ.                

Πολλές φορές, σε διάφορα γεγονότα, οι λεπτομέρειες κάνουν τη διαφορά!                                   Έτσι στη Μάχη της Κρήτης το 1941 όπως και στην περίοδο της Κατοχής, κάποιες λεπτομέρειες,  από τους νικητές και  τους νικημένους, δείχνουν πως υπήρχαν «άνθρωποι».
Νιώθω την ανάγκη, στη μνήμη του πατέρα μου και όλων αυτών που δεν ήταν πολεμοχαρείς αλλά αναγκάστηκαν να πολεμήσουν για την πατρίδα, να αναφέρω, χωρίς πολλά σχόλια, μερικά περιστατικά.
 Περιστατικά που δείχνουν ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ:
1.    Στα αεροδρόμια των  Ηράκλειου, Μάλεμε Χανίων και  Ρεθύμνου, ετοιμάζονται οι Γερμανοί, το Μάη του 1941, να ρίξουν αλεξιπτωτιστές να πατήσουν την Κρήτη, αφού δεν μπορούσαν από τη θάλασσα να την καταλάβουν.
Πριν πέσουν με τα αλεξίπτωτα, ταυτόχρονα έριξαν γύρω από τα παραπάνω αεροδρόμια αμέτρητες βόμβες, ισοπέδωσαν ότι κτίσμα υπήρχε και σκότωσαν όσους άμαχους ζούσαν μέσα σε αυτά.                                                                                                                                                            Η άμυνα του Νησιού κράτησε κλειστά στους κατακτητές τα αεροδρόμια για αρκετές μέρες.              4 ημέρες στα Χανιά , 8 ημέρες στο Ηράκλειο και 11 ημέρες στο Ρέθυμνο.                                    Στο διάστημα αυτό αρκετοί Γερμανοί αλεξιπτωτιστές  σκοτώθηκαν, άλλοι έπεσαν και κατάφεραν να δημιουργήσουν μικρούς θύλακες κατοχής ελληνικού εδάφους και άλλοι αιχμαλωτίστηκαν.                                                                                                                                        Οι μέρες αυτές ήταν αρκετές, για να καθυστερήσει ο Χίτλερ την επίθεση στη Ρωσία και να χάσει τον πόλεμο!                                                                                                                                            Tέλος του Μάη 1941 όλα στην Κρήτη είχαν κριθεί. Οι Γερμανοί είχαν κατακτήσει το νησί μας και πολλοί από τους ηττημένους συνέχιζαν τον αγώνα στις ανταρτικές ομάδες.

                      Ο καπετάν Μπαντουβάς και οι αντάρτες του στον Ψηλορείτη

Στο βιβλίο του Ι. Δ. Μουρέλλου, «Η Μάχη της Κρήτης» σελ. 355-356, Ηράκλειο Κρήτης 1950, αναφέρεται ένα αξιοπρόσεκτο περιστατικό από το σημείωμα του Ταξίαρχου Παπαθανασόπουλου, διοικητή των Ελληνικών δυνάμεων Ηρακλείου, τις τελευταίες τραγικές ημέρες που καταστρεφόταν  από τους βομβαρδισμούς των γερμανικών αεροπλάνων:                                                                            

«…………… Την  ώρα ακριβώς εκείνη δηλαδή της τρομερής έντασης, έβλεπες να καίγεται το βομβαρδισμένο Ηράκλειο και οι Γερμανοί αξιωματικοί αιχμάλωτοι να είναι κλεισμένοι σε ένα χώρο, που μπορούσαν να βλέπουν από το παράθυρο τη φλεγόμενη και κατεστραμμένη πόλη.                                                                                                                                  Ο  διοικητής είχε ορίσει τον Έφεδρο υπολοχαγό Εμμανουήλ Δαμιανάκη*, έμπορο του Ηρακλείου, υπεύθυνο για τη φροντίδα των αιχμαλώτων αξιωματικών.
Κάποια στιγμή ο Δαμιανάκης μπήκε στην αίθουσα των Γερμανών Αξιωματικών, ακολουθούμενος από στρατιώτη με τα σκεύη και τα βουτήγματα του τσαγιού που είχε διατάξει ο Ταξίαρχος να παρέχονται κάθε απόγευμα στους αιχμαλώτους αξιωματικούς.                Ο αιχμάλωτος Γερμανός ταγματάρχης των αλεξιπτωτιστών βλέποντας την ολύμπια γαλήνη του αρχιτρικλίνου Δαμιανάκη δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τον θαυμασμό του για τον ηρωικό εκείνο αξιωματικό, που σαν Ηρακλειώτης θα ήταν δικαιολογημένος, τέλος πάντων,  να είναι το ολιγότερο έξω φρενών εναντίον όλων των Ούνων, για την αναίτια όσο και συστηματική καταστροφή της γενέτειράς του. Γι’ αυτό και δεν συγκρατήθηκε από του να του παρατηρήσει, με πραγματική συμπόνια για το αδικοχειμαζόμενο Ηράκλειο.
-- Έχετε και το κουράγιο να μας προσφέρετε τσάι;…… Τι να σας πω!    Σας θαυμάζω!........... .
Ο υπολοχαγός Δαμιανάκης  όμως δεν κατάλαβε στην αρχή τι ήθελε να πει ο Γερμανός ταγματάρχης, μισοσάστισε και σταμάτησε στη μέση της αίθουσας απορώντας. Ύστερα ζήτησε με τα μάτια εξηγήσεις από το Γερμαναρά ηγέτη για το τι ήθελε να πει. Ο ταγματάρχης δεν εδίστασε διόλου να εξηγηθεί.
--Μου   κάνει κατάπληξη η ψυχική σας ηρεμία, να μας σερβίρετε τσάι την ώρα που σας καταστρέφουμε την πόλη της γεννήσεώς σας και η οποία είναι έργο τόσων γενεών, προγόνων σας!
Τότε κατάλαβε ο Δαμιανάκης και παρατήρησε:
--Ά!….. Εννοείτε γι’ αυτό!…. Και έδειξε με τα βλέμματά το χαλασμό και τη φωτιά από το παράθυρο.                                                                                                                                                      ΜΑ…… ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΗ ΣΑΣ ΔΟΥΛΕΙΑ!……. Η ΔΙΚΗ ΜΟΥ ΔΟΥΛΕΙΑ  ΕΙΝΑΙ , ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΩΡΑ, ΝΑ ΣΑΣ ΣΕΡΒΙΡΩ ΤΟ ΤΣΑΙ..... ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΑΝΩ….!»  
Τίποτε άλλο δεν είπε ο αλησμόνητος Ηρακλειώτης.
Κι όταν το Ηράκλειο παραδόθηκε με συνθηκολόγηση, ο ταγματάρχης πήγε και επισκέφθηκε τον εγκάθειρκτο (φυλακισμένο) υπερασπιστή του, ταξίαρχο Παπαθανασόπουλο. Και στην επίσκεψή του εκείνη του αφηγήθηκε το περιστατικό, που φυσικά ο Δαμιανάκης  εθεώρησε ανάξιό του να το ξαναθυμηθεί, για να το αφηγηθεί στον ταξίαρχό του. Και καταλήγοντας  ο Γερμανός παρατήρησε:
«Θα προτιμούσα να μου έδινε παρουσία όλων των ανδρών του τάγματός μου(500 αλεξιπτωτιστές) ένα ισχυρό χαστούκι, παρά την απάντηση που μου έδωσε!                                                                   Τι να σας πω; Εθεώρησα πολύ  μειωμένη τη φυλή μου μπροστά στην ήρεμη και ψυχωμένη απάντηση του τρομερού αυτού Κρητικού υπολοχαγού.                                                                                                                                                         Ένοιωθα  πως ερχόταν κατ’ ευθείαν από τον Όλυμπο με την παντοκρατορική ανωτερότητα του φυσικού φαινομένου. Και το συντριπτικό για μένα ήταν πως την μεγαλοπρέπεια της απαντήσεως την ανέβαζε στα ουράνια το αφελές, το απροσποίητο, το απέριττο, το αυτοματικό , τέλος του ύψους».