Την Κυριακή 22 Απριλίου στα πλαίσια των εγκαινίων της Βιβλιοθήκης στις Μοίρες παρουσιάζεται το βιβλίο του αξιόλογου πνευματικού ανθρώπου και εξ αγχιστείας Μοιριανού Δημήτρη Σάββα ΜΟΙΡΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΣΤΟΝ ΔΗΜΟ. Ο Δημήτρης έχει ασχοληθεί όσο λίγοι με την νεότερη τοπική ιστορία και την πολτιτιστική πρόοδο του τόπου. Ο συγγραφέας, εκτός από την τιμή που μου έκανε να προλογίσει το βιβλίο μου για το το Πρακτικό Γεωργικό Σχολείο Μεσαράς, με τίμησε με την εμπίστοσύνη του για μιά πρώτη ανάγνωση των χειρογράφων του βιβλίου του για τις Μοίρες. Τον ευχαριστώ και για τα δυό. Παραθέτω ένα απόσπασμα πού αναφέρεται στο Μοιριανό παζάρι.
ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ ΣΤΙΣ ΜΟΙΡΕΣ
«Ήταν δύσκολα παιδί μου εκείνα τα χρόνια. Πόλεμοι, στερήσεις, βάσανα,
κακουχίες, φτώχεια και κακομοιριά. Έπρεπε όμως να επιβιώσουμε, να ζήσουμε κι
εμείς και τα παιδιά μας. Θαρρείς ήταν εύκολο πράγμα; Δεν υπήρχαν οι σημερινές
ανέσεις, η τωρινή πρόοδος και εξέλιξη. Όμως δόξα το Θεό μεγαλώσαμε, ζήσαμε κι
εμείς και τα παιδιά μας[1]»
Κάπως
έτσι θέλησε να με «προσγειώσει» στην αλλοτινή σκληρή και πέτρινη πραγματικότητα
εκείνων των χρόνων ο μακαρίτης ο παππούς μου, ο πατέρας του πεθερού μου,
Γεώργιος Ζαχαριουδάκης ή Ζαχαριάς, όπως οι περισσότεροι τον γνώριζαν. Μου
μιλούσε συχνά για τα βάσανα και τους κόπους, για τις δυσκολίες εκείνης της
πραγματικά πέτρινης εποχής. Τότε που με το γαϊδουράκι έπρεπε να μεταφερθούν τα
εμπορεύματα από τα γύρω χωριά, για να πουληθούν στις Μοίρες. Ο παππούς μου έμενε στα Πηγαϊδάκια
και προτού εγκατασταθεί στις Μοίρες, κάτι που έγινε μεταπολεμικά, έπρεπε με το
γαϊδουράκι με τις εντολές του πατέρα του, του «κύρη» του όπως έλεγε, να
μεταφέρει κάθε Σάββατο, βαθιά χαράματα, τις μυζήθρες και τα τυριά από το χωριό
του, τα Πηγαϊδάκια στις Μοίρες. Εκεί γινόταν το παζάρι και έπρεπε να τα
πουλήσει. Τα υπόλοιπα τα γύριζε στο χωριό. Δεν ήταν ο μόνος ! Και άλλοι
συνομήλικοί του έκαναν το ίδιο, πουλώντας ο καθένας ό,τι έβγαζε.
Ο
θεσμός του Μοιριανού παζαριού ήταν κάτι σημαντικό. Από τότε που οι Μοίρες ήταν
το εμπορικό κέντρο της περιοχής. Κάθε Σάββατο η πόλη των Μοιρών αποκτούσε και
αποκτά ένα διαφορετικό χρώμα, μια όψη όχι και τόσο συνηθισμένη. Καταφθάνουν
λογής λογής επισκέπτες, παλιότερα με τα ζώα τους, σήμερα με τα αυτοκίνητά τους,
για να δουν, να περπατήσουν μα και να
αγοράσουν.