Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2018

Αυτός που δεν έχει φύγει ποτέ από τη φυλακή

 
Τα βασανιστήρια είναι ένα από τα πρώτα πράγματα που μας έρχονται αμέσως στο μυαλό, μιλώντας για τη χούντα, βασανιστήριο είναι η εκμηδένιση των ψυχολογικών αντιστάσεων με τη χρήση φυσικού πόνου. Ο ψυχίατρος Δημ. Πλουμπίδης, αναπληρωτής καθηγητής Ψυχιατρικής του Παν. Αθηνών εντοπίζει τις επιπτώσεις των βασανιστηρίων σε βραχυπρόθεσμες αλλά και σε μακροπρόθεσμες (Ζέρβας, 2017). Οι χουντικές αρχές δεν παραδέχτηκαν ποτέ την χρήση βασανιστηρίων, γιατί τα βασανιστήρια απαγορεύονταν από τις διεθνείς συμβάσεις. Βασανιστήρια δεν έγιναν μόνο στην Μπουμπουλίνας 18 και στο ΕΑΤ/ΕΣΑ αλλά και σε κάθε υποδιεύθυνση ασφαλείας και οι μέθοδοι που χρησιμοποιούσαν ήταν: σωματική κακοποίηση, ξύλο, φάλαγγα, αυστηρή απομόνωση σε άθλιες συνθήκες, εκφοβισμός, ταπείνωση, εικονικές εκτελέσεις και ηλεκτροσόκ με τη συμμετοχή ιατρικού προσωπικού που υπηρετούσε τη χούντα. Η βιαιότητα των βασανιστηρίων ήταν τέτοια που είκοσι δύο άτομα πέθαναν κατά την διάρκεια της κράτησης και άλλα είκοσι ένα άτομα πέθαναν λίγες μέρες ή μέσα σε ένα χρόνο από την αποφυλάκισή τους. Τα βασανιστήρια επί επταετίας δεν αποτελούσαν μεμονωμένα περιστατικά και παρεκτροπές των σωμάτων ασφαλείας, αντίθετα αποτέλεσαν το βασικό μέσο της δικτατορίας (μαζί με τις εξορίες και τα στρατοδικεία) για τη σωματική, ηθική και πολιτική εξόντωση των αντιπάλων της (Κεφαλληνού, 2013).

Η χούντα των συνταγματαρχών δεν ήταν λάιτ, όπως θέλουν να την παρουσιάσουν κάποιοι όψιμοι θαυμαστές της σήμερα, ήταν εξίσου βίαιη με τις λατινοαμερικανικές. Στο τωρινό άρθρο, με αφορμή την 45η επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, περιγράφουμε μια περίπτωση βασανιστηρίων, τοπικά κοντινή σε μας, αφορά το Σπήλι, κάποιες στιγμές της ιστορίας αυτής είναι βιωματικές.
Έχομε αναφερθεί σε παλαιότερες δημοσιεύσεις για την περιπέτεια έξι μαθητών του Γυμνασίου Μοιρών τις μέρες που ακολούθησαν την εξέγερση και την αιματηρή και φονική καταστολή από τους χουντικούς το Νοέμβριο του 1973. Μετά τη σύλληψη τους στις Μοίρες και  τις «ανακριτικές» διαδικασίες στο κτίριο της υποδιεύθυνσης ασφαλείας Ηρακλείου, τους μετέφεραν στα Χανιά, στο στρατοδικείο Κρήτης. Μέσα στο όχημα της μεταγωγής (αστυνομική κλούβα) οι μαθητές συνάντησαν και άλλα άτομα.
Ξεκίνησαν με δύο συνεπιβάτες, από το Ηράκλειο. Ένα με ψυχολογικά προβλήματα, ο οποίος οδηγήθηκε στο κρατικό ψυχιατρείο Χανίων. Είχε μαζί του ένα μικρό ραδιόφωνο, που κρατούσε συντροφιά στους κρατούμενους μαθητές τις δύσκολες εκείνες στιγμές, του άγνωστου, που τους περίμενε μετά τη μεταγωγή.
            Ένας άλλος κρατούμενος, μάλλον για ποινικό αδίκημα, ήταν εμφανίσιμος και καλοστεκούμενος, με χρυσά δακτυλίδια και αλυσίδες. Η εμφάνισή του αυτή έκανε εντύπωση και έσπειρε υποψίες στους μαθητές, που τον κράτησαν σε απόσταση, φοβούμενοι μην είναι πληροφοριοδότης (χαφιές) της ασφάλειας. Ο κρατούμενος αυτός ισχυριζόταν ότι ήταν πατέρας γνωστού ηθοποιού.
Το όχημα μεταγωγής έκανε στάση στη Σχολή Οπλιτών Χωροφυλακής, στο Ρέθυμνο, από όπου επιβιβάσθηκε με τη βία ένας ακόμη, νέος άνθρωπος, ο οποίος κραύγαζε εναντίον της χούντας και των χωροφυλάκων. Ήταν ολοφάνερο ότι είχε βασανισθεί άγρια από τους ασφαλίτες του Ρεθύμνου. Οι φωνές του συνεχίστηκαν και κατά την διάρκεια της μεταγωγής. Ήταν σε παροξυσμό από την πίεση και τον ξυλοδαρμό του στη Σχολή Χωροφυλακής. Όταν ηρέμησε για λίγο, διηγήθηκε στους συνεπιβάτες του, ότι είναι από το Σπήλι και λέγεται Βρυλλάκης Νικόλαος. 
συνέχεια εδώ