Τρίτη 23 Αυγούστου 2016

βιβλιοκριτική για το βιβλίο του Μανώλη Δρακάκη «Ξυπόλητοι και Καραβανάδες»



 
 «Βιβλιοκριτική του Γιώργου Τσερεβελάκη για το βιβλίο του
Μ. Γ. Δρακάκη, "Ξυπόλητοι και Καραβανάδες: παιδεία και πολιτική στο Ηράκλειο του ύστερου 19ου αιώνα (1878-1898), Ηράκλειο 2015".
σσ. XVII + 590.
Το συγκεκριμένο βιβλίο του Μ. Γ. Δρακάκη συνιστά μια εμβριθέστατη και εν ταυτώ αξιολογώτατη συνεισφορά στην νεώτερη κρητική ιστορία της περιόδου 1878-1897. Όλα τα χαρακτηριστικά αυτής της πολυσύνθετης και πολύμορφης μελέτης (στόχος, κριτικό πρίσμα, προσέγγιση, και δομή) αποδεικνύουν την πνευματική της υπεραξία, καθώς είναι μια σημαντική συμβολή στην ανάδειξη του ρόλου της Παιδείας κατά την προαναφερθείσα χρονική περίοδο· εδώ, η Παιδεία καθίσταται αντικείμενο ενδελεχούς θεωρητικής διαπραγμάτευσης, ως ένας παράγοντας που διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο κατά την διάρκεια της μετάβασης από την Ημιαυτονομία, στην Αυτονομία και, αργότερα, στην Ένωση με την Ελλάδα.
Η μελέτη του Μ. Δρακάκη, όπως ο ίδιος δηλώνει στον πρόλογό του, ξεκίνησε ως διδακτορική διατριβή· η πληθώρα των κομιζομένων στοιχείων, η επαρκής τεκμηρίωση των ερευνητικών ερωτημάτων με την πληθώρα των παραπομπών σε αρχειακό υλικό και δευτερεύουσα βιβλιογραφία, η αυστηρότητα του επιστημονικού λόγου και η εν γένει εμβρίθεια που επιστεγάζει το έργο δικαιώνουν την πολυσχιδέστατη έρευνα του κυρίου Δρακάκη. Η προσέγγιση του συγγραφέως θέτει προς διερεύνηση νέα ζητούμενα παρά το γεγονός ότι στο εν λόγω ερευνώμενο πεδίο υπάρχουν αρκετές και αξιόλογες μελέτες. Η πρωτοτυπία του έγκειται στο ότι διαπιστώνει τον εθνικώς πρωταγωνιστικό ρόλο της Εκπαίδευσης στην πολιτική διαδικασία της απελευθέρωσης κατά την ύστερη περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας στην Κρήτη. Η εξέταση όμως δεν περιορίζεται μόνον στον θεσμικό ρόλο της Εκπαίδευσης, αλλά επεκτείνεται και στην στάση που διατήρησαν πρωταγωνιστικοί παράγοντες και φορείς πολιτισμού και παιδείας πέρα από το σχολικό περιβάλλον. Η πολυμορφία αυτή χαρακτηρίζει και την ίδια την δομή του βιβλίου, αφού καθένα από τα κεφάλαια δύναται να τεθεί και ως ανεξάρτητη μελέτη σε μορφή άρθρου. Η εκδοχή του συγγραφέως για τα επιμέρους ζητούμενα είναι μια tour de force για τα πνευματικά και κοινωνικά πράγματα στον ύστερο 19ο αιώνα στην Κρήτη.

Η μέθοδος που χρησιμοποιεί ο γράφων για να προσεγγίσει τις πηγές του είναι υποδειγματική, καθώς με την οξυδέρκειά του και την αρίστη θεωρητική του κατάρτιση δίνει σημαντικές απαντήσεις σε κρίσιμα ερωτήματα και ζητούμενα. Η πλεονάζουσα όμως χρήση των εφημερίδων είναι επισφαλής για την εξαγωγή επιστημονικών συμπερασμάτων, αφού υπεισέρχεται το πρόβλημα του υποκειμενισμού αλλά και της παιδείας του συντάκτη των κειμένων σε αυτές. Ίσως ένας σαφέστερος διαχωρισμός της υποκειμενικής ματιάς και του αληθινού γεγονότος να ήταν πιο βοηθητικός για τον αναγνώστη.
Αναφορικά με την δομή: Μετά την κατάστρωση και παρουσίαση του ερευνητικού πεδίου ακολουθεί το «Β. Ἡ θνησιγενὴς Σύμβαση τῆς Χαλέπας - Ἡ Ὑψηλὴ Πύλη καὶ τὰ αἰτήματα τῶν Κρητῶν», όπου ο συγγραφέας πραγματεύεται την σταδιακή φαλκίδευση της Πολιτείας της Χαλέπας από τους Οθωμανούς, αλλά και τα αιτήματα των Κρητών για την καλλιτέρευση της πολιτικής και κοινωνικής τους κατάστασης· στο «Γ. Τὰ πολιτικὰ κόμματα καὶ ἡ συμμετοχὴ τῶν ἀστῶν στὶς πολιτικὲς συγκρούσεις τῆς ὕστερης τουρκοκρατίας (1878-1898)» αναδεικνύει τον ρόλο των πολιτικών σχηματισμών σε μια κοινωνία που έβαινε με γοργό βήμα στην αλλαγή καθεστώτος· στο «Δ. Τὰ ζητήματα τῆς Παιδείας τὴν περίοδο 1878-1898» παρουσιάζει τα βήματα που ακολουθήθηκαν για την βελτίωση της Παιδείας είτε από θεσμικούς φορείς είτε από διακεκριμένα πρόσωπα της Εκπαίδευσης· στο «Ε. Οἱ οἰκονομικοὶ πόροι γιὰ τὴν Παιδεία στὴν περίοδο 1881-1896» κάνει λόγο για τους Δημόσιους Πόρους που διετίθεντο για την Παιδεία, αλλά και για το Μοναστηριακό Ζήτημα και πώς αυτό συναρτάτο άμεσα με αυτόν τον νευραλγικό τομέα· στο «ΣΤ. Ἡ Δημοτικὴ Ἐκπαίδευση καὶ τὸ ἀνθρώπινο δυναμικό της» επιχειρεί να διαπιστώσει το μορφωτικό επίπεδο των λειτουργών της Εκπαίδευσης αλλά και την κοινωνική τους θέση την περίοδο 1881-1896· στο «Ζ. Ἐπιμέρους ζητήματα Παιδείας καὶ Πολιτισμοῦ καὶ οἱ πολιτικές τους προεκτάσεις (1881-1896)» αναφέρεται στον ρόλο των θεσμικών φορέων στην πολιτικοποίηση της Παιδείας· στο «Η. Ἐκπρόσωποι τῆς ἀστικῆς τάξης καὶ ὁ πολιτικός, οἰκονομικὸς καὶ πνευματικός τους ρόλος: Τὸ παράδειγμα τοῦ Ζαχαρία Θειακάκη» προβάλλεται η ζωή και η δράση του Ζαχ. Θειακάκη ως μιας αντιπροσωπευτικής προσωπικότητος της υπό ερεύνης περιόδου· στο «Θ. Ἐπίλογος-Συμπεράσματα» ανακεφαλαιώνει τα πορίσματα της έρευνάς του, απαντώντας επιτυχώς σε όλα τα εξ αρχής τεθέντα ερευνητικά ερωτήματα. Στο τέλος επιτάσσεται εκτεταμένη και άκρως εξειδικευμένη βιβλιογραφία, καθώς και ένα ευρετήριο ονομάτων και όρων. Στον βιβλιογραφικό κατάλογο θα θέλαμε να επισημάνουμε την απουσία της μελέτης τής Pinar Șenișik, The Transformation of Ottoman Crete: Revolts, Politics and Identity in the Late Nineteenth Century, I. B. Tauris 2011.
Όπως ειπώθηκε παραπάνω, το Ξυπόλητοι και Καραβανάδες είναι ένα εντυπωσιακό βιβλίο. Οι εγνωσμένες φιλολογικές και ιστοριοδιφικές ικανότητες του συγγραφέως αναφαίνονται στο παρόν πόνημα με εύγλωττο και προφανή τρόπο. Επί παραδείγματι, σε όλον τον τόμο, ο Δρακάκης επιδεικνύει ένα μοναδικό ταλέντο διαχείρισης ενός τεραστίου και ετερόκλητου πρωτογενούς υλικού, το οποίο αναφέρεται σε ένα ευρύ φάσμα θεμάτων· επίσης, επιλέγει πολύ προσεκτικά τις αναφορές του, προκειμένου αυτές να συμβάλουν στην αποτελεσματικότερη πρόσληψη του θέματός του από τον αναγνώστη. Κατ’ ουσίαν, η κύρια συνεισφορά αυτής της μελέτης είναι ότι διαφωτίζει τον τρόπο με τον οποίον η Εκπαίδευση βοήθησε στην ολοκλήρωση της πολιτειακής μεταβολής στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνος στην Κρήτη.
Τελειώνοντας, η εκδοχή του Μ. Δρακάκη είναι μια δυναμική αναδίφηση ετερογενών, ιστορικών και μη, πηγών αναφορικά με την διαλεκτική σχέση Παιδείας και Πολιτικής στα τέλη του 19ου αιώνος στην Κρήτη. Το ανά χείρας βιβλίο είναι καλογραμμένο, ευανάγνωστο, με υψηλού επιπέδου ελληνομάθεια, και προσφέρει στους αναγνώστες του νέες απόψεις που αφορούν στην Κρητική Ιστορία, αλλά ιδωμένες μέσα από ένα πρωτόφαντο και πρωτότυπο πρίσμα. Το Ξυπόλητοι και Καραβανάδες προκαλεί τους επίδοξους αναγνώστες να το διαβάσουν και να μάθουν οι ίδιοι, σαν να ήταν εκεί, για την ταραγμένη περίοδο πριν την Αυτονομία· άλλωστε, αυτό πιστεύουμε ότι είναι και η μύχια προσδοκία του συντάκτη της μονογραφίας αυτής: να κάνει τον αναγνώστη του κοινωνό της γνώσης για μια μεταβατική περίοδο η οποία σήμαινε μια νέα εποχή για την Κρήτη, καθώς αυτή εισερχόταν στον 20ό αιώνα.»
Γιώργος Τ. Τσερεβελάκης.



πηγή: https://www.facebook.com/permalink.php?story_fbid=10208904682407005&id=1613521204

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου