Σάββατο 14 Αυγούστου 2010

ΕΦΥΓΕ Ο ΠΑΡΙΣ ΚΕΛΑΙΔΗΣ

Ακούστε ήντα μηνύσανε του Νάδη οι γιαντρειωμένοι
Να τωνε πάσιν άρματα μολύβια και μπαρούθια
Και πόλεμο θα κάμουνε του Χάρο δίχως άλλο
Για δεν τονε βαστούνε μπλιο να ξεδιαλέει τσ άντρες
Να παίρνει τσ άντρες τσι καλούς τσι καστροπολεμάρχους
Απού τα κάστρη πολεμούν

Σήμερο αποχαιρετούμε ένα τέτοιον άντρα. Τα κάστρη που πολέμησε δεν ήταν με άρματα, ευτυχώς ή δυστυχώς αυτή την εποχή την είχαν ολοκληρώσει οι προηγούμενοί τους, άντρες σαν το πατέρα του το Σταύρο κι άλλους πολλούς. Η εποχή του ήταν εποχή άλλου πολέμου. Αυτού της διατήρησης της ταυτότητας εκείνων που η φτώχεια κι ένα συγκεντρωτικό κράτος ξενίτευαν στην Αθήνα και στο εξωτερικό. Κι αργότερα, της μεταλαμπάδευσης των αξιών της σφακιανής επαρχίας στα παιδιά εκείνα που γεννήθηκαν στην ξενητιά, αλλά και σ’ αυτά που αναλίκωσαν στην επαρχία ακούγοντας τις αφηγήσεις των παλιών.
Ο Πάρης Κελαιδής έταξε εαυτόν στο μόχθο της διατήρησης της ιστορικής μνήμης. Αποθησαύρισε ιστορίες, μελέτησε χειρόγραφα και παλιές εκδόσεις και μας παρέδωσε σε 42 βιβλία τα Σφακιά σε όλες τους τις εκφάνσεις: ιστορικές, λαογραφικές, πολιτιστικές. Δραστήριος όχι μόνο ως συγγραφέας, υπήρξε ενεργό μέλος της σφακιανής παροικίας της Αττικής. Την Ένωση των Απανταχού Σφακιανών, την υπηρέτησε από όλα τα αξιώματα, για να λάβει και τον τίτλο του επίτιμου προέδρου όταν παρέδωσε τη σκυτάλη σε νεώτερους. Ήταν δίπλα σ’ όλα τα σωματεία που τον χρειάζονταν, κι σημερινή παρουσία των ντυμένων Κουρητών εδώ μας δείχνει πόσο τον υπολόγιζας και τον μπεγέντιζαν όλοι. Εκδότης της σφακιανής εφημερίδας στο μεγαλύτερο διάστημα της ζωής της και πολύτιμος σύμβουλος σε όσους τον διαδεχτήκαμε σ’ αυτήν, δάσκαλος πραγματικός που δίδασκε σεμνότητα και ουσία. Το «εγώ» δεν το άκουγες από τα χείλη του, πάντα μειλίχιος και συγκαταβατικός, κατάφερνε να συνθέτει τους εγωισμούς αποφεύγοντας τις συγκρούσεις.
Παιδάκι ακόμα, τον γνώρισα μέσα από ένα βιβλίο του για τα Ριζίτικα. Δεν ήταν μόνο συλλογή τραγουδιών, αλλά ευχάριστο μάθημα ιστορίας, καθώς ανέλυε τα ιστορικά γεγονότα που γέννησαν το κάθε τραγούδι. Ακολούθησαν κι άλλα, κι άλλα βιβλία, που τώρα τα διαβάζω ακόμα, αλλά τα διαβάζουνε πια και τα δικά μου τα παιδιά, ψάχνοντας κι αυτά τις ρίζες τους και την καταγωγή τους.
Τον τελευταίο καιρό, που η ταυτότητά μας βάλλεται από παντού, τα βιβλία του Πάρη απέκτησαν κι άλλου τύπου επικαιρότητα: Γραμμένα σε ανύποπτο χρόνο, έδιναν αβίαστα απαντήσεις σε αμφισβητήσεις της ταυτότητάς μας, της ιστορίας μας, της παράδοσής μας.
Το Νοέμβριο που μας πέρασε παρουσίασε το τελευταίο του έργο η Ένωση των Απανταχού Σφακιανών, το σωματείο του. Ήταν η δίτομη Ιστορία των Σφακίων. Ο ίδιος θεωρούσε ότι ήταν το τελευταίο του. Δε νομίζω να το έλεγε συναισθανόμενος το τέλος. Πρέπει απλά να θεωρούσε ότι με αυτό, ολοκλήρωνε ένα κύκλο προσπάθειας δεκαετιών, ότι η κορύφωση του έργου του είχε πια φτάσει.
Κι όχι μόνο του έργου του. Στην προσωπική του ζωή ευτύχησε να δημιουργήσει μια ζηλευτή οικογένεια, να καμαρώσει ένα γιο λαμπρό επιστήμονα και δυό χαριτωμένα εγγόνια, και να χει στο πλευρό του μια σύζυγο που του διδε δύναμη στις προσπάθειές του.
Μια ζωή γεμάτη, μιαν εργογραφία πλήρη επιφύλαξε ο Θεός στον Πάρη. Και παρ’ όλο που λένε ότι αυτούς που αγαπά τους καλεί κοντά του σύντομα, για εκείνον έκαμε μιαν εξαίρεση. Ήξερε ότι εδώ τον είχαμε όλοι πιο πολλή ανάγκη.
Σήμερο δεν αποχαιρετούμε απλά έναν αγαπημένο μας νεκρό. Είμαστε εδώ να του ψιθυρίσομε «καλήν αντάμωση», και να του δώσομε τις παραγγελιές μας για αυτούς που πάει να συναντήσει, δικούς του και δικούς μας ανθρώπους. Κι αυτός χαμογελάει καθώς μας παρατηρεί, μας δίδει αυτός κουράγιο και μας λέει να μη φοβόμαστε το άγνωστο:
«Δε με φοβίζει ο θάνατος του κάτω κόσμου οι τόποι
γιατί με περιμένουνε πολλοί δικοί μου αθρώποι».
Καλό σου ταξίδι αγαπημένε μας δάσκαλε.

Επικήδειος στην εξόδιο ακολουθία του Πάρη Κελαιδή, Νέα Φιλαδέλφεια 10-8-2010

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου